Ήταν 1η Αυγούστου του 1997 όταν ο τραγουδοποιός Άκης Πάνου πυροβόλησε και σκότωσε τον σύντροφο της κόρης του Ελευθερίας, Σωτήρη Γιαλαμά. Ένα έγκλημα τιμής που ουσιαστικά σηματοδότησε το φινάλε του Πάνου. Τι ακριβώς είχε συμβεί όμως και για ποιο λόγο είχε προηγηθεί σοβαρή ένταση μεταξύ τους;
Ο Άκης Πάνου ήταν ένας παλιάς κοπής αυστηρός οικογενειάρχης. Τα 4 παιδιά του, τα οποία απέκτησε από τη δεύτερη σύζυγό του Άννα Μπακιρτζή – Πάνου, μεγάλωσαν με σπαρτιατική πειθαρχία, όπως ακριβώς δηλαδή και ο ίδιος. Όταν ήθελαν να απευθυνθούν στον πατέρα τους, έπρεπε να το κάνουν μόνο στον πληθυντικό ενώ τόσο η Ελευθερία όσο και τα 3 αγόρια του δεν τολμούσαν να πουν στον Πάνου κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που ο ίδιος περίμενε να ακούσει. Όσο η Ελευθερία ήταν μικρή, όλα έβαιναν καλώς και η σχέση με τον πατέρα της ήταν άψογη. Όταν όμως η κόρη του μπήκε στην εφηβεία, άρχισαν τα πρώτα προβλήματα.
Η εξαφάνιση της κόρης του και οι πιτζάμες μπροστά στις κάμερες
Ένα βράδυ, η 19χρονη τότε Ελευθερία Πάνου μετά την εκπομπή της στο τηλεοπτικό σταθμό «Εγνατία» της Ξάνθης εξαφανίζεται και δεν επιστρέφει ποτέ πίσω στο πατρικό της. Ο Πάνου, παρ’ όλο που απεχθάνεται τη δημοσιότητα, αναγκάζεται να εμφανιστεί σε τηλεοπτική συνέντευξη με τις πιτζάμες αναζητώντας την κόρη του. Η ιστορία είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις και οι τηλεθεατές περίμεναν κάθε βράδυ να δουν στην τηλεόραση την συνέχεια της οικογενειακής αυτής κόντρας που έμοιαζε με καλοστημένο ριάλιτι.
Αν και ο Πάνου μιλούσε για καθαρή απαγωγή, όλοι γνώριζαν που και με ποιον βρισκόταν η κόρη του. Ο Πάνου το έμαθε αμέσως μετά την εκπομπή όταν η Ελευθερία τηλεφώνησε στον ίδιο επιβεβαιώνοντας τις υποψίες του. Η κόρη του είχε εγκαταλείψει την οικογένειά της για τα μάτια του αγαπημένου της, Σωτήρη Γιαλαμά. Οι αυστηρές αρχές του Πάνου αλλά και η οικογενειακή κατάσταση του Γιαλαμά (παντρεμένος και πατέρας ενός παιδιού) τον δυσκόλευε να το δεχτεί αυτό. Θεωρούσε ότι η κόρη του όφειλε να πάρει την άδεια του και να υπακούσει στις επιθυμίες του.
Η μοιραία επιστροφή της κόρης στο σπίτι και το 45άρι όπλο
Η Άννα Πάνου είναι το πρόσωπο που έδωσε στον κατηγορούμενο το πιστόλι με το οποίο ο Πάνου τραυμάτισε θανάσιμα τον 29χρονο Σωτήρη Γιαλαμά, την 1η Αυγούστου 1997. Η ίδια θα πει στο μεικτό ορκωτό δικαστήριο Καβάλας όπου δικάζεται λίγους μήνες μετά το έγκλημα ο Άκης Πάνου:
«Κάθε φορά που επέστρεφε στην Ξάνθη μού ζητούσε να του δώσω το όπλο του. Όταν έφευγε, μου το παρέδιδε να το φυλάω. Δεν μπορούσα να μην του το δώσω».
Αφού λοιπόν η ίδια παρέδωσε το όπλο στον Πάνου, έστειλε το γιο της να βρει και να ζητήσει από την Ελευθερία να γυρίσει πίσω στο σπίτι. Η ίδια δήλωσε στο δικαστήριο ότι του είχε πει να την ενημερώσει να έρθει μόνη της, χωρίς τον Γιαλαμά.
Πρόεδρος: «Εσείς γιατί δεν διώξατε τον Γιαλαμά, αφού ξέρατε πως ο σύζυγός σας δεν ήθελε να τον δει;».
Άννα Πάνου: «Εγώ θα του το έλεγα, αλλά πήγε η Ελευθερία και του είπε να αφήσει μακριά τη μηχανή, για να μην τον ξυπνήσει και μετά τον έφερε μέσα. Ο Άκης κοιμόταν και η κόρη του τον ξύπνησε. Σε λίγο, ο Άκης απευθυνόμενος στο Σωτήρη, είπε: “Γιατί μου το έκανες αυτό; Καλύτερα να μου ρίξεις”, πρόσθεσε, δίνοντάς του το όπλο που είχε κρύψει από πριν κάτω από το μαξιλάρι. Ο Σωτήρης τού είπε πως επρόκειτο να πάρει διαζύγιο και πως το Πάσχα θα παντρευόταν την Ελευθερία. Τότε, ο Άκης απάντησε πως θα έπαιρνε την Ελευθερία στην Αθήνα και θα την έφερνε ο ίδιος για τον γάμο».
Στη συνέχεια ο Άκης Πάνου βγήκε από το σπίτι και ο Γιαλαμάς είπε στην Ελευθερία να φύγουν. Η Άννα Πάνου, όμως, έκανε άλλη μια παρέμβαση: «Όχι, η Ελευθερία θα μείνει».
Η πρώτη σφαίρα
Ενώ ο σκοπός του Γιαλαμά ήταν να συναντήσει τον συνθέτη ώστε να τα «βρουν» κάτι τέτοιο όχι μόνο δε συνέβη αλλά εξόργισε ακόμα περισσότερο τον Πάνου. Ξαφνικά ο συνθέτης ακούει τη γυναίκα του να φωνάζει και κάπου εκεί η κατάσταση ξέφυγε. Όπως η ίδια η Άννα Πάνου καταθέτει:
Ο Άκης ήρθε μέσα και με άκουσε να φωνάζω: «Έξω από το σπίτι μου αλήτη». Τότε έριξε μια με το πιστόλι στον τοίχο. Ψηλά. Ο Σωτήρης σηκώθηκε. Ο Άκης πήγε να καθίσει δίπλα στην Ελευθερία με το πιστόλι στο χέρι. Ο Σωτήρης πήγε προς τα έξω και ο Άκης τον ακολούθησε: «Σου είπα να φύγεις. Φύγε…». Ο Σωτήρης μας χλεύαζε: “Θα έχω και την κόρη σου και τη γυναίκα μου”, έλεγε στον Άκη και ενώ προχωρούσε προς τα έξω, όλο γύριζε πίσω». «Σωτήρη φύγε», του φώναζε η Ελευθερία. Κι ενώ ο Σωτήρης έφευγε, ο Άκης Πάνου πυροβολούσε στον αέρα. Γύρισε όμως ο Σωτήρης πίσω και ήρθε αντιμέτωπος με τον Άκη Πάνου. Η τελευταία σφαίρα τον βρήκε στο πρόσωπο. Είδαμε τον Σωτήρη να πέφτει κάτω.
Σύμφωνα με τον συνήγορό του Άκη Πάνου, Αλέξανδρο Κατσαντώνη, ο τραγουδοποιός αισθάνθηκε ότι προσέβαλαν τον ηθικό του κώδικα και τον εξευτέλιζαν. Αργότερα, ο Πάνου υποστήριξε ότι δεν είχε σκοπό να τον σκοτώσει, αλλά να τον εκφοβίσει.
Όταν οι δικαστές ανάγκασαν την κόρη να δει στα μάτια τον πατέρα της
Η Ελευθερία, κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν οχτώ μηνών έγκυος στο παιδί του Γιαλαμά. Πατέρας και κόρη, που άλλοτε είχαν παθολογική αδυναμία ο ένας στον άλλο, δεν αντάλλαξαν ούτε βλέμμα μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Η Ελευθερία κοίταξε τον πατέρα της μόνο κατ’ εντολή των δικαστών και εκείνος παραλίγο να καταρρεύσει.
Τι υποστήριζε ο Άκης Πάνου;
Ο Άκης Πάνου, όρθιος, απαντά συνοπτικά στην κατηγορία που του αποδόθηκε τον Μάρτιο του 1998. Ότι δηλαδή σε ήρεμη ψυχική κατάσταση σκότωσε τον 29χρονο φίλο της κόρης του:
"Η κατηγορία, όπως διατυπώνεται, δεν ευσταθεί. Μου καταλογίζουν πρόθεση, αλλά θα διαπιστώσετε πως δεν είχα δόλο. Ήθελα να φοβίσω τον άνθρωπο που κατέστρεψε το σπίτι μου και την κόρη μου".
Χρόνια αργότερα η αδερφή του Πάνου θα πει στον δημοσιογράφο Κώστα Μπαλαχούτη για το «Δίφωνο».
"Ο αδελφός μου δεν σκότωσε κανένα κι αυτό το ξέρουν καλά όλοι οι εμπλεκόμενοι αλλά και όσοι τον γνώριζαν. Ο Άκης συνήθιζε να χρεώνεται πάνω του σφάλματα άλλων. Άλλωστε υπάρχουν και αντικειμενικά κριτήρια, π.χ. το χρόνιο πρόβλημα στο χέρι του που δεν του επέτρεπε να κάνει δυναμικές κινήσεις, να σηκώνει βάρη κ.τλ. σε συνάρτηση με το βαρύ και άκαμπτο όπλο, άλλα και πολλά ακόμη στοιχεία".
Το δικαστήριο δεν αναγνώρισε στον Πάνου κανένα ελαφρυντικό. Ούτε αυτό που επικαλέστηκε η υπεράσπιση, της προσφοράς στην πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Η απόφαση ήταν ισόβια καταδίκη. Ο ίδιος έλεγε στους δημοσιογράφους: «Δεν μετανόησα γιατί δεν εννόησα» (ενν. ότι δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει).